Διγλώχινα (δίπτυχη) Αορτική Βαλβίδα (BAV)

Διγλώχινα (δίπτυχη) Αορτική Βαλβίδα (BAV)

Η διγλώχινα – δίπτυχη αορτική βαλβίδα (Bicuspid aortic valve)είναι μια αορτική βαλβίδα που έχει δύο πτυχές αντί για τρείς. Οι δίπτυχες βαλβίδες είναι πιθανό να μη κλείνουν αρκετά σφιχτά με αποτέλεσμα την διαρρόη αιμάτος προς τα πίσω (αορτική ανεπάρκεια) ή να μην ανοίγουν αρκέτα καθιστώντας δύσκολη την άντληση αίματος από την καρδιά προς την κύρια αρτηρία του σώματος (αορτική στένωση). Είναι η πιο συχνή συγγενής καρδιακή ανωμαλία και εμφανίζεται στο 2% του πληθυσμού.

Ποιες είναι οι αιτίες της δίπτυχης αορτικής βαλβίδας;

 Η νόσος της διγλώχινας αορτικής βαλβίδας (BAV) αναφέρεται σε προβλήματα που προκαλούνται από την ανατομία της βαλβίδας. Συνήθως μια ανώμαλη αορτική βαλβίδα αναπτύσσεται κατά τις πρώτες εβδομάδες της εγκυμοσύνης, όταν αναπτύσσεται η καρδιά του εμβρύου. Η αιτία αυτού του προβλήματος είναι ασαφής, αλλά είναι η πιο συχνή συγγενής καρδιοπάθεια. Περίπου 1 στα 3 άτομα με δίπτυχη αορτική βαλβίδα θα εμφανίσουν επιπλοκές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα άτομα που διαγιγνώσκονται με νόσο της διγλώχινας αορτικής βαλβίδας χρειάζονται συνεχείς ιατρικούς ελέγχους και εξετάσεις. Πολύ συχνά ασθενεις με δίπτυχη αορτκή βαλβίδα δεν εμφανίζουν συμπτώματα ούτε καρδιακή δυσλειτουργία.

Τι συμπτώματα προκαλεί η δίπτυχη αορτική βαλβίδα;

Μια δίπτυχη αορτική βαλβίδα συχνά  είναι ασυμπτωματική. Ωστόσο τα πιο συχνά συμπτώματα είναι:

  • Πόνος στο στήθος: Η δυσφορία και το σφίξιμο συχνά συνδέονται με στένωση της αορτικής βαλβίδας.
  • Δύσπνοια και κόπωση : Η δύσπνοια συνήθως γίνεται αντιληπτή από τον ασθενή ώς εύκολη κόπωση, γρήγορη αναπνοή (ταχύπνοια), “φόυσκωμα” σε ηρεμία ή κόπωση ή σαν αδυναμία ολοκλήρωσης μιας βαθιάς αναπνοής.
  • Λιποθυμία ή ζαλάδα: Ο ασθενής μπορεί να αισθανθεί ζάλη ή ακόμα και να χάσει τις αισθήσεις του κατά τη διάρκεια της φυσικής δραστηριότητας.

Επιπλέον η  BAV συχνά σχετίζεται με άλλες καταστάσεις και επιπλοκές, όπως:

  • Ανωμαλίες της αορτής: Αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης ανευρύσματος θωρακικής αορτής, αορτικού διαχωρισμού και αορτίτιδας.
  • Λοιμώδης ενδοκαρδίτιδα: Τα άτομα με δίπτυχη αορτική βαλβίδα έχουν υψηλότερο κίνδυνο ενδοκαρδίτιδας, μιας βακτηριακής λοίμωξης των καρδιακών βαλβίδων. Λοιμώξεις όπως η ενδοκαρδίτιδα ή ο ρευματικός πυρετός σε παιδική ηλικία, έχουν ως αποτέλεσμα την πρόωρη εκφύλιση ή την χαλάρωση των ιστών της αορτικής βαλβίδας και προκαλούν βαλβιδοπάθεια αυτής.
  • Γενετικές διαταραχές: Συχνά σχετίζεται με διαταραχές του συνδετικού ιστού, όπως το σύνδρομο Marfan και το σύνδρομο Ehlers-Danlos.

 

Πως γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση τίθεται με την κλινική εξεταση του ασθενούς και τη  διενεργεια διαθωρακικού υπερηχοκαρδιογραφήματος και διοισοφαγικού υπερηχοκαρδιογραφήματος.

Γενικά συστήνεται σε ασυμπτωματικούς ασθενείς χωρίς ιδιαίτερα παθολογικά ευρήματα από τον υπέρηχο, να επανεκτιμώνται κάθε ένα με δύο έτη, ενώ αν συνυπάρχουν ευρήματα από τον υπέρηχο καρδιάς, όπως στένωση ή ανεπάρκεια ή ανεύρυσμα, ή αν συνυπάρχει οικογενειακό ιστορικό η παρακολούθηση συστήνεται κάθε 6 με 12 μήνες.

Θεραπεία

Η θεραπεία εξαρτάται από τα συμπτώματα και τα αιμοδυναμικά χαρακτηριστικά του ασθενούς. Περιλαμβάνει φάρμακα που βελτιώνουν τα συμπτώματα και την πρόγνωση, ενώ σε σοβαρές περιπτώσεις συστήνεται η χειρουργική αντιμετώπιση της δίπτυχης αορτικής βαλβίδας.

Ο δρ Σταυρόπουλος είναι διευθυντής της Ε΄ Καρδιολογικής Κλινικής του νοσοκομείου Metropolitan General. Διαθέτει άριστο εκπαιδευτικό υπόβαθρο και η κλινική του εμπειρία καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα παθήσεων, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την επιτυχημένη κάλυψη διαφορετικών περιστατικών.